Εξηγώντας το Κραχ (τότε και τώρα) με την οπτική των φιλοσόφων της οικονομίας

Με αφορμή το μάθημα που κάναμε για το Κραχ του 1929 και τις αναλογίες που επιχειρήσαμε να βρούμε με τη σημερινή κατάσταση (θυμηθείτε τη συζήτηση στην τάξη -αναφέρομαι στο Γ3, Γ4 και στο τμήμα της Ερευνητικής της Α), σας προτείνω να μελετήσετε με προσοχή την καίρια, κατανοητή κι επομένως χρήσιμη, ανάλυση του καθηγητή οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη στο protagon.gr, για τα δεδομένα και τη μελλοντική εξέλιξη της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Κείμενο σαφές, με ιστορική τεκμηρίωση και με αμεσότητα απλού λόγου (ξεφεύγει από τα επιτηδευμένα και τεχνοκρατικά κείμενα που συνήθως διαβάζουμε στον τύπο και νιώθουμε μικρονοϊκοί) : «Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, λίγο μετά το Κραχ του 1929 που άλλαξε βίαια τον κόσμο, ξεκίνησε μια τιτάνια διαμάχη μεταξύ φιλελεύθερων οικονομολόγων για το τι είχε συμβεί και τι έπρεπε να γίνει για να καταπολεμηθεί η Κρίση. Σήμερα, το δικό μας 1929 (το Κραχ του 2008-12), έχει ξαναφέρει στο προσκήνιο την ίδια περίπου συζήτηση διεθνώς. Άλλη μια φορά απόψεις του φιλελεύθερου Keynes συγκρούονται αλύπητα με τις αντίθετες απόψεις του φιλελεύθερου Hayek. Από την μία έχουμε φιλελεύθερους που θεωρούν, όπως ο Hayek, ότι η λύση βρίσκεται στο να αφεθεί η αγορά να λειτουργήσει όπως μόνο εκείνη μπορεί (με μειώσεις τιμών και μισθών που θα φέρουν την ανάκαμψη των ποσοτήτων και της απασχόλησης) και από την άλλη έχουμε φιλελεύθερους που θεωρούν, όπως ο Keynes, ότι χωρίς συντονισμένη από το κράτος επενδυτική πολιτική οι αγορές θα παραπαίουν με τεράστιο κόστος για όλους…

Λίγο μετά το Κραχ του 1929, ο John Maynard Keynes, ο φιλελεύθερος καθηγητής οικονομικών στο Cambridge, έσπασε το πιο ισχυρό ταμπού του επαγγέλματος των πανεπιστημιακών οικονομολόγων της εποχής: Ήρθε σε ρήξη με την άποψη του Βρετανικού Υπουργείου Οικονομικών που θεωρούσε δεδομένο πως μια οικονομία σε βαθειά ύφεση θα ανακάμψει αυτόματα. Ότι, εφόσον μειωθούν οι μισθοί και τα επιτόκια «αρκετά», κάποια στιγμή θα αντιδράσουν δημιουργικά οι επιχειρηματίες αυξάνοντας την απασχόληση και τις επενδύσεις τους.

Η ένσταση του Keynes ήταν ότι, μετά από μία κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος (όπως εκείνη του 1929 ή του 2008) που μετατρέπεται σε ύφεση της πραγματικής οικονομίας, είναι πολύ πιθανόν η παραγωγή, οι επενδύσεις και τα εισοδήματα να «κλειδωθούν» σε πολύ χαμηλά επίπεδα – σε μια «κακή» ισορροπία από την οποία καμία μείωση μισθών και επιτοκίων δεν μπορεί να βοηθήσει την οικονομία να αποδράσει. Υπό αυτές της συνθήκες αποτελμάτωσης, υποστήριξε ο Keynes, η προσπάθεια μείωσης των δημόσιων ελλειμμάτων μέσα από περικοπές δημόσιων δαπανών, και μείωσης της ανεργίας μέσω μείωσης των μισθών, μόνο σε αυτό-γκολ θα οδηγήσει τους διαμορφωτές της οικονομικής πολιτικής. Γιατί; Επειδή η μείωση των δημόσιων δαπανών θα ενισχύσει την ύφεση, η μείωση των μισθών θα μειώσει κι άλλο την συνολική ζήτηση, τα φορολογικά έσοδα θα μειωθούν κι άλλο, η ανεργία θα φουντώσει και, έτσι, όλοι θα βγουν χαμένοι: εργαζόμενοι, δημόσιο, επιχειρηματίες.

…. Η παρέμβαση του μεγάλου αντιπάλου του, Hayek, ήταν και παραμένει σημαντική. Καθώς η κριτική του Keynes κέρδιζε έδαφος, όσο η άποψη του Υπουργείου Οικονομικών εξευτελιζόταν καθημερινά (όσο οι περικοπές μισθών και δαπανών αποτύγχαναν να τιθασεύσουν ελλείμματα και ανεργία), ο Hayek ήταν εκείνος που (α) εξαπόλυσε την ισχυρότερη κριτική εναντίον του Keynes (και της πολιτικής κρατικών παρεμβάσεων που υποστήριζε ο Keynes), και (β) παρουσίασε μια διαφορετική εξήγηση των αιτίων της Κρίσης αλλά και του τι πρέπει να γίνει.

Η διάγνωση του Hayek για τα αίτια της Κρίσης ήταν απλή: Οφείλονται σε περιόδους δημιουργίας φθηνού χρήματος από το χρηματοπιστωτικό σύστημα (τις τράπεζες ως επί το πλείστον) το οποίο διοχετεύεται σε τομείς, κλάδους, επιχειρήσεις και χώρες υψηλού ρίσκου. Αυτό που συμβαίνει, κατά τον Hayek, είναι ότι περίοδοι σταθερότητας ρίχνουν τα επιτόκια και έτσι οι τράπεζες αρχίζουν να θέλουν να δανείσουν σε επισφαλείς πελάτες για να τους χρεώνουν υψηλότερα επιτόκια. Αυτό δημιουργεί λογιών-λογιών φούσκες: Φούσκες επενδύσεων, φούσκες καταναλωτικές, φούσκες δημόσιου δανεισμού και δημόσιων έργων, φούσκες στα χρηματιστήρια. Οι φούσκες δημιουργούν αισιοδοξία, η αισιοδοξία αυξάνει τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, αυτές με την σειρά τους αυξάνουν τα εισοδήματα, τα μεγαλύτερα εισοδήματα επιτρέπουν στους επισφαλείς πελάτες των τραπεζών να αποπληρώνουν τα δάνειά τους κ.ο.κ. έως ότου έρχεται η στιγμή της αλήθειας, σκάνε οι φούσκες και όλοι χρωστούν σε όλους χωρίς κανείς να μπορεί να πληρώσει.

Έως εδώ οι Hayek και Keynes δεν διαφωνούν. Η διαφωνία τους αρχίζει στο τι πρέπει να γίνει όταν οι φούσκες πλέον σκάσουν. Αντίθετα με τον Keynes που πίστευε ότι το κράτος πρέπει να αποτρέψει την αποτελμάτωση και την δημιουργία μιας «κακής» ισορροπίας, ο Hayek έκρινε ότι το Κραχ ήταν η Πραγματικότητα ενώ η πρότερη περίοδος Ανάπτυξης ήταν το Ψέμμα. Ότι το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι «να αφήσουμε την ύφεση να κάνει την δουλειά της» – το σκληρό αλλά «θεάρεστο έργο» της. Και ποιο είναι αυτό το «θεάρεστο έργο» που επιτελεί η ύφεση; Καταστρέφει («ρευστοποιεί» ήταν το ρήμα που χρησιμοποιούσε ο Hayek) τα «κακά χρέη», διαλύει δηλαδή τα χρέη που χτίστηκαν ηλιθιωδώς την Εποχή του Ψέμματος και τα οποία δεν μπορούν πλέον να αποπληρωθούν. Κι αν αυτό σημαίνει ότι πολλοί θα υποφέρουν, τι να κάνουμε. Ας είναι. Όπως το επόμενο πρωί ενός κακού μεθυσιού το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να πάρουμε μια ασπιρίνη και να κάνουμε υπομονή, έτσι και με τα Κραχ: η ύφεση που τα ακολουθεί είναι επίπονη αλλά καθαρτική και πρέπει να την αφήσουμε να λειτουργήσει λυτρωτικά, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις που θυμίζουν την προσπάθεια μετρίασης του πονοκέφαλου πίνοντας κι άλλα οινοπνευματώδη. Η πτώχευση του υπερχρεωμένων οργανισμών, επιχειρήσεων, νοικοκυριών, κρατών, είναι τραυματική αλλά απαραίτητη. Θυμίζει τον ρόλο της Κόλασης στο Χριστιανικό Δόγμα: δυσάρεστη αλλά μη εξαιρετέα.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να προσέξουμε μια ειδοποιό διαφορά του Hayek από όψιμους θιασώτες της αγοράς, όπως οι πολιτικοί της Βρετανίας τότε ή της ΕΕ σήμερα, οι οποίοι πασχίζουν, εν καιρώ Κρίσης, να χαϊδεύουν αυτιά. Εκεί που η επίσημη τοποθέτηση του Βρετανικού υπουργείου οικονομικών τότε, ή της ΕΕ σήμερα, ήταν ότι η μείωση των δημόσιων δαπανών και των μισθών θα μας επιστρέψει στην προ της Κρίσης ευημερία και θα βοηθήσει να αποπληρωθούν τα χρέη, ο Hayek δεν υπόσχεται τίποτα τέτοιο. Όταν του έλεγαν ότι η ύφεση, ακόμα και να αφεθεί να πράξει το «θεάρεστο καθήκον» της, μπορεί να μην πετύχει ποτέ να αναπληρώσει τα χαμένα εισοδήματα, ή να αποπληρώσει τα παλαιά και νέα χρέη, εκείνος σήκωνε τους ώμους του και έλεγε: αυτά έχει η ζωή! Ο λόγος πίσω από αυτή την στωικότητα ήταν, βέβαια, ότι ο ίδιος θεωρούσε την ανάπτυξη που προηγήθηκε του Κραχ κίβδηλη. Άρα, ρωτούσε: Γιατί να επιστρέψουμε εκεί μετά το Κραχ; Κι αν δεν επιστρέψουμε εκεί, που θα πάμε; Η απάντηση του Hayek ήταν αφοπλιστική: Δεν έχουμε ιδέα! Όχι μόνο δεν γνωρίζουμε αλλά, χειρότερα, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε. Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι, όπου και να καταλήξουμε, θα είναι «καλύτερα» από εκεί που θα βρεθούμε αν ακολουθήσουμε την πολιτική των μεγαλύτερων παρεμβάσεων ενός κράτους το οποίο, αρνούμενο την πραγματικότητα (ότι η πρότερη ανάπτυξη ήταν φούσκα, και ότι τα χρέη που χτίστηκαν πάνω της δεν μπορούν να αποπληρωθούν), δημιουργεί νέα χρέη και οικοδομεί ένα μέλλον χειρότερο από εκείνο που θα είχαμε αν (το κράτος) καθόταν στα αυγά του.

Ας αφήσουμε λοιπόν, προτείνει ο Hayek, την ύφεση και μια ακολουθία πτωχεύσεων να καθαρίσουν τον Κόπρο του Αυγείου που μας άφησε το φαγοπότι των περασμένων ετών. Ας αφήσουμε την αγορά να κάνει εκείνο που ξέρει καλύτερα: να παραγάγει το βέλτιστο από όλα τα εφικτά μέλλοντα μας σπάζοντας τις φούσκες και διαγράφοντας ανόητα χρέη.

Τι θα έλεγε ο Hayek για την Ελλάδα, σήμερα;

Όπως θα παρατηρήσατε από τα πιο πάνω, σκοπός μου δεν είναι να κρίνω την θεωρία του Hayek. Ούτε και να αναλωθούμε σε μια αντιπαράθεση του  Hayek με τον Keynes. Όχι, σκοπός μου είναι να εστιάσω (α) στο τι θα έλεγε ο Hayek σήμερα περί Μνημονίων κλπ και (β) στον περίεργο τρόπο με τον οποίο τα Μνημόνια «μετάλλαξαν» έλληνες φιλελευθέρους των οποίων η σκέψη έχει, υποτίθεται, επηρεαστεί από θεωρητικούς όπως ο Hayek.

Τι θα μας έλεγε λοιπόν ο Hayek σήμερα αν μπορούσε να μας στείλει μήνυμα από το υπερπέραν; Επιτρέψτε μου να ισχυριστώ ότι το μήνυμα αυτό θα περιείχε τουλάχιστον δύο εξηγήσεις της τραγικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η χώρα μας και η οποία απειλεί να την μετατρέψει σε κρανίου τόπον.

Η πρώτη εξήγηση της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας:

Ο Hayek, συνεπής με την εξήγησή του όλων των περιόδων ύφεσης, θα καταδείκνυε τις φούσκες που σχηματίστηκαν την περίοδο 1996-2008  λόγω υπερβολικής τραπεζικής πίστης τόσο προς τον ιδιωτικό όσο και προς τον δημόσιο τομέα. Αυτός ο οχετός πίστης (δανεισμού) σχημάτισε φούσκες στο χρηματιστήριο, στην αγορά ακινήτων, στον δημόσιο τομέα και στην αγορά εργασίας. Τα ποτάμια χρήματος που έρρεαν προς την Ελλάδα ώθησαν όλες τις τιμές στα ουράνια δημιουργώντας μια επίπλαστη «ανάπτυξη» που θα μετατρεπόταν σε κραχ με την ίδια σιγουριά που η μέρα δίνει την θέση της στην νύχτα. Και καθώς ο ρυθμός της επίπλαστης «ανάπτυξης», σε σύγκριση με τον πραγματικό παραγωγικό ιστό της οικονομίας, ήταν τόσο μεγάλος, το ίδιο βαρύγδουπη ήταν και η πτώση που ακολούθησε.

Συνεπώς, οι έλληνες πρέπει να αποδεχθείτε (είναι σαν να ακούω τον Hayek να μας λέει) ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από την «ρευστοποίηση» χάρτινων τίτλων (δηλαδή, να μάθουμε να ζούμε με χαμηλές τιμές μετοχών στο χρηματιστήριο), την ρευστοποίηση των αγροτικών εισοδημάτων (τουλάχιστον όσων αγροτών βασίζονται στην καλοσύνη των ευρωπαίων φορολογουμένων), την ρευστοποίηση των τιμών των ακινήτων (ενθυμούμενοι πως είχαμε φτάσει στο σημείο διαμερίσματα στο Κολονάκι να κοστίζουν ακριβότερα από lofts στην Νέα Υόρκη), την ρευστοποίηση της εργασίας (δηλαδή των θέσεων εργασίας που δεν παράγουν προϊόν αξίας αρκετής για να καλύψουν το κόστος τους) κλπ.

Η δεύτερη εξήγηση της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας

Μετά την διάγνωση της ασθένειας, ο Hayek θα προέβαινε σε εντονότατη κριτική της θεραπείας που εφαρμόζεται εδώ και δύο χρόνια και, συγκεκριμένα, της προσπάθειας να αποφευχθεί η στάση πληρωμών, το default, του ελληνικού δημοσίου απέναντι στους δανειστές του εντός της ευρωζώνης. Ο Hayek, για να το πω σκληρότερα, θα αναθεμάτιζε την ιδέα νέου κρατικού δανεισμού σε πτωχευμένο κράτος για να αποπληρωθούν τα παλαιά και νεότερα δανεικά. Θυμηθείτε την άποψή του ότι όλα τα «κακά χρέη» πρέπει να «ρευστοποιηθούν», δηλαδή να διαγραφούν, καθώς (α) δεν είναι δυνατόν να αποπληρωθούν και (β) είναι απαραίτητο, μετά το Κραχ, να τιμωρηθούν ανάλογα τόσο αυτοί που τα πήραν όσο και εκείνοι που τα έδωσαν. Γιατί λοιπόν να ρευστοποιηθούν όλα τα «κακά χρέη» εκτός από εκείνα του δημοσίου; Για τον Hayek απάντηση σοβαρή δεν υπάρχει. Μήπως όμως ο ίδιος ο Hayek θα άλλαζε γνώμη επειδή η Ελλάδα βρίσκεται στην ευρωζώνη, δηλαδή σε μια νομισματική ένωση που στις μέρες του δεν υπήρχε ακόμη; Μήπως το γεγονός ότι σήμερα υπάρχει το ευρώ, και η Ελλάδα είναι μέλος του, εξαιρεί το δημόσιο χρέος μιας χώρας-μέλους από το επιχείρημα του υπέρ της ρευστοποίησης των «κακών χρεών»;

Πριν απαντήσω, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στην αμφίθυμη σχέση του Hayek με την ιδέα ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος υπό την αιγίδα μιας Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Γνωστός πολέμιος των Κεντρικών Τραπεζών , ο Hayek είχε τα εξής να πει για το ευρώ που τελικά προέκυψε:«Αν και κατανοώ πλήρως την επιθυμία για την ολοκλήρωση της Δυτικής Ευρώπης μέσα από την απόλυτη ελευθερία των χρηματικών ροών μεταξύ των χωρών της, διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις για την επίτευξη αυτού του σκοπού μέσω της δημιουργίας ενός νέου ευρωπαϊκού νομίσματος το οποίο θα διαχειρίζεται μία υπερ-εθνική αρχή. Πέραν του ότι το βρίσκω απίθανο να συμφωνήσουν τα κράτη-μέλη σε μια κοινή νομισματική πολιτική την οποία θα ασκεί η υπερεθνική αρχή,… δεν μου φαίνεται καθόλου πιθανόν η διαχείριση του κοινού νομίσματος να είναι καλύτερη απ’ ότι η διαχείριση των σημερινών εθνικών νομισμάτων.»

Ο Hayek τελικά αποδέχθηκε το ευρώ ως μέρος της προσπάθειας για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, χωρίς βέβαια να σταματήσει ποτέ να διατυπώνει τις επιφυλάξεις του – π.χ. την άποψη ότι είναι δύσκολη η συμβίωση σταθερών νομισμάτων και κυβερνητικών πολιτικών, που στόχο έχουν την επιβίωση των κομμάτων που τις στηρίζουν! Πάντως όπως και να ερμήνευε τις προσπάθειες της κας Merkel, του κ. Sarkozy και του κ. Draghi να «σώσουν» το ευρώ, ένα πράγμα δεν τελεί υπό αμφισβήτηση: Ο Friedrich von Hayek θα φύλαγε τα πιο δηλητηριώδη σχόλιά του για τις προσπάθειες των ευρωπαίων ηγετών να επιλύσουν το πρόβλημα του χρέους χωρών όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία δημιουργώντας μια νέα κατηγορία τοξικού χρέους (θυμηθείτε τα τοξικά ευρωομόλογα του EFSF) που στόχο έχει την (αδύνατη) εξυπηρέτηση «κακών χρεών» του ένοχου παρελθόντος με κόστος την υποθήκευση του μέλλοντος όλης της Ευρώπης.

Εν κατακλείδι, αν και δεν είναι ξεκάθαρο αν σήμερα ο Hayek θα πρότεινε την  διατήρηση της ευρωζώνης ως έχει ή όχι, είναι απόλυτα σίγουρο ότι θα επιχειρηματολογούσε έντονα και καταλυτικά υπέρ της «ρευστοποίησης» των «κακών χρεών» των τραπεζών και των κρατών-μελών. Ένα ολοκληρωτικό default (όχι απλώς στάση αλλά κατάργηση πληρωμών) θα ήταν, στα μάτια του Hayek, η μοναδική ατραπός που δεν έρχεται σε αντίθεση με το όραμά του όσον αφορά τα μεγάλα ζητήματα της ευρωζώνης. Ένα όραμα που θα τον έθετε σε πορεία σύγκρουσης με την λογική των δανειακών πακέτων «διάσωσης» καθώς και με την πρακτική της ΕΚΤ που πρόσφατα τύπωσε περίπου €1 τρις φρέσκου χρήματος με σκοπό τον δανεισμό των πτωχευμένων τραπεζών…»

Share This: