Η Tέχνη σχολιάζει την Iστορία.

Αποκαλυπτικές συσχετίσεις ιστορίας και τέχνης κάνει ο Κ. Γεωργουσόπουλος στα «Νέα», συμπεραίνοντας ότι η τέχνη εμπνέεται, σχολιάζει για να κρίνει ηθικά και αισθητικά τα ιστορικά γεγονότα. Διαβάζουμε: «Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία, κάποιοι γερμανοί αξιωματικοί, πιθανόν όχι Ναζί, ζήτησαν να επισκεφθούν τον Πικάσο στον γαλλικό Νότο όπου είχε μετά την αυτοεξορία του εγκατασταθεί. Ο ισπανός ζωγράφος τους δέχτηκε βλοσηρός και κείνοι, περιεργαζόμενοι τους πίνακές του στο εργαστήρι του, στάθηκαν πολλή ώρα μπροστά στα σχέδια και στις παραλλαγές της «Γκουέρνικα». Κάποιος από αυτούς τον κοίταξε στα μάτια και του είπε: «Εσείς το φτιάξατε αυτό;» και ο Πικάσο απάντησε: «Οχι, εσείς!». Ως γνωστόν, ο διάσημος αυτός πίνακας του ζωγράφου αναφέρεται στον ισοπεδωτικό βομβαρδισμό του χωριού Γκουέρνικα στην Ισπανία από τη Βέρμαχτ κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου.
Το Ρότερνταμ, το μεγάλο ευρωπαϊκό λιμάνι της Ολλανδίας, ως γνωστόν, ισοπεδώθηκε από τα γερμανικά στούκας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σήμερα στο αναστηλωμένο μοντέρνα λιμάνι δεσπόζει ένα γλυπτό του Ζάντκιν με τον τίτλο «Βομβαρδισμένοι άνθρωποι» από τσιμέντο και μέταλλο, παριστά έναν σύγχρονο Λαοκόοντα σε πανικό με υψωμένα χέρια απελπισίας προς έναν σιωπηλό ουρανό κατακερματισμένο, πυρπολημένο. Το γλυπτό αυτό θα μπορούσε να βρίσκεται και στη Χιροσίμα και στο Βιετνάμ και στα Καλάβρυτα και στο Ιράκ και στην Κορέα.
Αν αναφέρομαι σ’ αυτά τα δύο δείγματα τέχνης, που η δημιουργία τους πηγάζει από την ιστορική συγκυρία, είναι για να διαπιστώσουμε άλλη μια φορά το δόγμα πως «Η τέχνη μιμείται τη φύση».
Βλέποντας πρόσφατα την «Ερωφίλη» που ανέβασε ο Σίμος Κακάλας στο Φεστιβάλ Αθηνών, έγραφα πως το αριστούργημα του Χορτάτζη είναι χρονολογικά σύγχρονο (1600) του «Αμλετ», στην ουσία όμως θεματικά και υφολογικά αποτυπώνει και ακολουθεί παλαιότερη μόδα που συμπίπτει με τα νεανικότερα έργα του Σαίξπηρ, αλλά και σε άλλα έργα της ελισαβετιανής περιόδου και αργότερα, που είδαμε και εμείς τα τελευταία χρόνια και στον τόπο μας, σκηνοθετημένα από τον Ευαγγελάτο, τον Μιχαηλίδη, τον Σεβαστίκογλου, την Κατερίνα Ευαγγελάτου. Ακρωτηριασμοί, παιδοφιλίες, βιασμοί, μοιχείες, ανθρωποθυσίες, βανδαλισμοί. Μόδα; Ναι, με τη λογοτεχνική αλλά όχι ξεκρέμαστη έμπνευση κάποιων άρρωστων συγγραφέων, όταν το ιστορικό υπόβαθρο αναφέρει πυρές αιρετικών, κτηνώδη βασανιστήρια στον Πύργο του Λονδίνου, νόθα, δολοφονίες σφετεριστών του θρόνου, νύχτες Αγίου Βαρθολομαίου, όταν ιστορικά τεκμηριωμένο είναι πως ο βάρβαρος τσάρος της Βουλγαρίας, ο Κρούμος, έπινε το κρασί του σε επιχρυσωμένα καύκαλα των αποκεφαλισμένων εχθρών του, όταν ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος τύφλωσε ολόκληρη στρατιά εχθρών και έθεσε επικεφαλής του στρατηγό μονόφθαλμο!, τότε δεν είναι απλώς μια μόδα ο «Ριχάρδος Γ’» του Σαίξπηρ, έργο και αυτό νεανικό, όπου συνουσιάζονται εχθροί πάνω στα φέρετρα των θυμάτων τους κι όταν στον «Τίτο Ανδρόνικο» ακρωτηριάζονται κοπέλες και προσφέρονται «θυέστεια» ωμοφαγικά ανθρώπινα δείπνα.
Οι «Τρωάδες» του Ευριπίδη γράφονται για να υπομνηματίσουν στον αθηναϊκό δήμο την εγκληματική του απόφαση, δημοκρατική διαδικασία, να σφαγιάσει ηβηδόν όλον τον άρρενα πληθυσμό της Μήλου και να πουλήσει ως δούλους νήπια και τον γυναικείο πληθυσμό, έτσι ώστε, λέει ο Θουκυδίδης, για πολλά έτη η Μήλος ήταν «νήσος έρημος».
Ο Αισχύλος γράφει την «Ορέστεια» για να αποκαταστήσει το κύρος του Αρείου Πάγου και της σολώνειας παράδοσης που κατεδαφίστηκε από τον δημοκράτη πολιτικό Εφιάλτη, ανάστημα του οποίου υπήρξε ο Περικλής, ο οποίος, εικάζεται, βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία του από τον όχλο.
Τα ειρωνικά δράματα του Ευριπίδη («Ιφιγένειες», «Ιων», «Ελένη» κ.λπ.) απεικονίζουν στον χώρο του τραγικού τους «δισσούς λόγους» της σοφιστικής, τον θρίαμβο της σχετικότητας στον λόγο, στο συναίσθημα και στον ψυχισμό, απότοκα της παθογένειας του πολέμου που πρώτος κατέγραψε ο Θουκυδίδης, που θεμελίωσε την ιστορική ερμηνεία πάνω στο «εικός».
Η σύγχρονη σοφιστική δραματολογία που δόξασε τον Πιραντέλο είναι προϊόν της μεταπολεμικής (1917-1930) ταραχής σ’ όλο το φάσμα των έως τότε ηθικών και κοινωνικών αξιών, ιδεών και μορφών. Ο ντανταϊσμός, ο υπερραλισμός είναι σύγχρονα παράλληλα της ρωσικής επανάστασης και του φασισμού – ναζισμού. Μετά τον Δεύτερο Μεγάλο Πόλεμο άνθησαν η υπαρξιστική φιλοσοφία, το παράλογο αλλά και ακραίες μορφές ποίησης, όπως ο λετρισμός, όπου οι γνωστές λέξεις και οι γνωστοί ήχοι τους είχαν αντικατασταθεί από άναρθρους ήχους άσημων και α-νόητων. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ξεφύτρωσαν ο Ιονέσκο της «Φαλακρής τραγουδίστριας» και το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ.
Σήμερα στον χαώδη, νευρωσικό, αποπροσανατολισμένο κόσμο της παγκοσμιοποίησης όπου κυριαρχεί μόνο ένας ορθολογισμός, το τελευταίο κατακάθι του διαφωτισμού, οι ΑΓΟΡΕΣ, μας κατακλύζουν τα μεταμοντέρνα εκτρώματα που γελοιοποιούν κάθε παράδοση, κάθε αξία και κάθε λογική δομή. Αποδομώ σημαίνει βλέπω τον Αθανάσιο Διάκο ως νταβατζή.»

Share This: